ΚΑΠΟΤΕ ΤΑ ΟΔΟΦΡΑΓΜΑΤΑ ΦΤΙΑΧΝΟΝΤΑΝ ΜΕ ΠΕΤΡΕΣ...

ΚΑΠΟΤΕ ΤΑ ΟΔΟΦΡΑΓΜΑΤΑ ΦΤΙΑΧΝΟΝΤΑΝ ΜΕ ΠΕΤΡΕΣ...
ΤΩΡΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΙ ΟΙ ΑΞΙΕΣ, ΤΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ, Η ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ, Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ, Η ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗ, Η ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ, O ΠΟΛΥΜΟΡΦΟΣ ΕΘΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ...!!!

Η ...ΕΚΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ

Η ...ΕΚΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
Ο βυθός της λίμνης του...εκσυγχρονισμού

Άφήστε τα δέντρα, φτιάξτε φράγματα!!!

Το Φαραωνικό φράγμα του Αχελώου!

Οι πληγές της Φύσης...

Κόψτε το δέντρο, εμποδίζει την θέα.

"Θα γίνουμε όπως η Λίμνη Πλαστήρα", μου είπαν οι κάτοικοι!!!

19 Δεκ 2008

Η εξέγερση των νέων

Του ΚΩΣΤΑ ΒΕΡΓΟΠΟΥΛΟΥ


Χρειάζεται σοβαρός βαθμός πολιτικής μυωπίας για να παραβλέπει κανείς τη νεανική εξέγερση των ημερών μας ή να την αντισταθμίζει με τους βανδαλισμούς, που οπωσδήποτε ασκούνται σε εκτεταμένη κλίμακα. Οταν τα όρια μεταξύ των δύο φαινομένων αποβαίνουν δυσδιάκριτα, τότε αυτό υπογραμμίζει κυρίως την καταλυτική απόγνωση των νέων. Οι ακραίες συμπεριφορές δεν ακυρώνουν το νεανικό κίνημα, αλλά μαρτυρούν το μέγεθος της καταστροφής, στο οποίο έχουν περιέλθει οι εξεγειρόμενοι. Η δυσφορία των μαθητικών και φοιτητικών πληθυσμών στο πλαίσιο της σημερινής κοινωνίας λαμβάνει εκρηκτικές διαστάσεις και, όπως δείχνουν τα πράγματα, σε αυτό το «τρομακτικό παιχνίδι», στο οποίο «η ζωή παλεύει με τον θάνατο», εάν σήμερα συμβαίνει η χώρα μας να προηγείται, οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες δεν μένουν αμέτοχες αλλά, με κομμένη ανάσα, ανησυχούν επίσης, συμπάσχουν, ευθυγραμμίζονται.

Η νεανική απόγνωση λαμβάνει σήμερα μορφές νέας αντίστασης και παράτολμου κοινωνικού ριζοσπαστισμού. Αξιώνουν να πέσει η κυβέρνηση, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θ' αξιώσουν το ίδιο και για την επόμενη. Αξιώνουν μια νέα κοινωνία, ανοικτή στους νέους και όχι ερμητικά κλειστή, όπως η σημερινή. Οταν το μέλλον είναι μαύρο και το παρόν ανύπαρκτο, όταν η περιθωριοποίηση και η προσωρινότητα είναι τα μόνα που η κοινωνία επαγγέλλεται στα παιδιά της, αυτό συνεπάγεται σοβαρό ρήγμα μεταξύ των γενεών. Οταν τα διπλώματα δεν χρησιμεύουν σε τίποτα, όταν η κοινωνική κινητικότητα, αντί να ενσωματώνει, απορρίπτει μαζικά στα περιθώρια, οι νέοι αποξενώνονται, μετατρέπονται σε απόκληρους, σε αντιπαράθεση με ολόκληρη την κοινωνία. Η τελευταία τούς αντιμετωπίζει με ολιγωρία και φόβο, προσφεύγοντας στην άγονη μέθοδο της καταστολής.

Στην Ευρώπη, πολλαπλές κοινωνιολογικές έρευνες διαπιστώνουν ότι είναι η πρώτη φορά κατά τη μεταπολεμική περίοδο που οι νέοι έχουν τη βεβαιότητα ότι θα ζήσουν χειρότερη και περισσότερο υποβαθμισμένη ζωή απ' ό,τι οι γονείς τους. Επίσης, οι γονείς βλέπουν καθημερινά το βιοτικό επίπεδο και την κοινωνική κατάστασή τους να υποβαθμίζονται χωρίς τέλος. Η συνοχή των κοινωνικών ιστών αποσαθρώνεται, οι κοινωνίες ρηγματοποιούνται, μεταβάλλονται σε εύφλεκτες «πυριτιδαποθήκες». Οι νεανικοί πληθυσμοί, με επικεφαλής τους μαθητικούς και φοιτητικούς, ανάβουν θρυαλλίδα, που μπορεί να πυροδοτήσει γενικότερη κοινωνική ανάφλεξη. Αυτό διατυπώνεται σήμερα από τη Γαλλίδα κοινωνιολόγο Ιζαμπέλ Σομμιέ στο πρόσφατο βιβλίο της για τις χώρες του «λατινικού τόξου» -Ισπανία, Ιταλία, Γαλλία, με βάση το «ελληνικό υπόδειγμα»1. Ο τύπος της νεανικής εξέγερσης είναι κοινωνικός: αυθόρμητος, πέρα και σε αντίθεση με πολιτικά κόμματα και οργανώσεις, πέρα από προκατασκευασμένα εξεγερσιακά σχήματα. Το διάχυτο συναίσθημα εξέγερσης αντιπαρατίθεται σήμερα όχι μόνον σε μια πλευρά του πολιτικού κόσμου, αλλά σε ολόκληρο το επαγγελματοποιημένο πολιτικό σύστημα, που προσλαμβάνεται ότι λειτουργεί προς αποκλειστικό όφελος μιας ιδιότυπης εκσυγχρονιστικής, αριστεροδεξιάς, αντινεανικής και αντικοινωνικής ολιγαρχίας.

Για την εικόνα της σημερινής νεανικής καταστροφής δεν ευθύνονται οι ακραίες πολιτικές ιδεολογίες που εμφιλοχωρούν στη νέα γενιά: το ίδιο το σύστημα έχει προ πολλού αυτοπαγιδευτεί σε ακόμη πιο ακραίες οικονομικές και κοινωνικές επιλογές, των οποίων οι συνέπειες συσσωρεύονται και έρχονται σήμερα στο φως με την ευκαιρία της οικονομικής κρίσης και των επαναλαμβανόμενων σκανδάλων διαφθοράς και σήψης του πολιτικού προσωπικού. Η παγκοσμιοποίηση, ο νεοφιλελευθερισμός, η ασυδοσία του χρήματος και των αγορών κατέλυσαν κάθε έννοια κοινωνικής αλληλεγγύης, με πρώτα θύματα τους νέους. Για τη νέα γενιά -μαθητές, φοιτητές, εργαζόμενους και άνεργους- η εξέγερση δεν είναι «ρομαντισμός» αλλά ζήτημα απλής επιβίωσης μέσα σε αποπνικτικό αντινεανικό περιβάλλον, σε κατεστραμμένο κοινωνικό τοπίο. Με τις ευαισθησίες και την αφύπνισή τους διαψεύδουν όσους προεξοφλούσαν τον ατομικισμό, την ιδιώτευση, την παθητικότητά τους, προκειμένου να συγκαλύπτουν με αυτό τον τρόπο τον δικό τους συμβιβασμό. Σήμερα, το νεανικό μήνυμα είναι ότι η κοινωνία μπορεί ν' αλλάξει και πρώτη δύναμη αλλαγής μπορούν να είναι οι νέοι, δηλαδή αυτοί ακριβώς που εθεωρούντο από τους «ρεαλιστές» και συμβιβασμένους ενήλικους ως ήδη «αλωμένοι».

Οσον αφορά τους βανδαλισμούς και τις βιαιοπραγίες, δεν είναι η πρώτη φορά στην Ιστορία που η συντηρητική πλευρά αποτιμά ένα κοινωνικό κίνημα με βάση το κόστος των υλικών καταστροφών που προξενεί. Ετσι ακριβώς συνέβη στο παρελθόν, στη διάρκεια όλων ανεξαιρέτως των κοινωνικών διεκδικήσεων, έτσι συμβαίνει και σήμερα. Στη Γαλλία, από τον Μάιο του 1968, απέναντι σε κάθε νεανική κινητοποίηση, η πλευρά της τάξης αγνοεί συστηματικά το περιεχόμενο των διεκδικήσεων, προτάσσοντας το ζήτημα των υλικών καταστροφών, των οποίων την ευθύνη αποδίδει σε αυτούς που σπάζουν ό,τι συναντούν στον δρόμο τους (casseurs). Φυσικά, το υλικό κόστος αποτελεί σοβαρό ζήτημα, όμως και το κοινωνικό κίνημα αποτελεί επίσης σοβαρό ζήτημα. Και πάντως, η μια πλευρά δεν συγκαλύπτει την άλλη. Οταν προ τριετίας οι προαστιακοί πληθυσμοί του Παρισιού προέβαιναν επί δίμηνο σε εμπρησμούς ιδιωτικών αυτοκινήτων, η κοινή γνώμη διέγνωσε έλλειμμα κοινωνικής αφομοίωσης, ενώ η κυβέρνηση και ο σημερινός πρόεδρος ποινικοποίησαν το κοινωνικό πρόβλημα, υποκαθιστώντας σε αυτό τις φθορές ατομικής ιδιοκτησίας και περιουσίας. Ομως, η αλήθεια της μιας πλευράς δεν μπόρεσε να συσκοτίσει την αλήθεια της άλλης.

Σήμερα στη χώρα μας, ο θάνατος του 15χρονου Αλέξη αποβαίνει δικαιολογημένα εμβληματικός, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, παρ' όλο που η πλευρά της τάξης τον αποδίδει σε τυχαία περιστατικά, στα οποία υπαινίσσεται ότι μπορεί να ενέχεται και το θύμα. Ακόμη και αν υποτεθεί ότι έτσι έχουν τα πράγματα, ο αντινεανικός παροξυσμός της κατά τις μέρες που έχουν ακολουθήσει δείχνει απόφαση να επιβάλει την εκδοχή της με μεθόδους καταστολής. Δεν προσφεύγει σε δημοκρατικό διάλογο με τους νέους, αλλά σε μεθόδους σκοτεινών εποχών. Αυτό δεν μειώνει την κοινωνική ανυποληψία της αλλά την αυξάνει ακόμη περισσότερο.

1. Βλ. Isabelle SOMMIER, Nous sommes sur une poudriere, Liberation, 12 Δεκεμβρίου 2008. - La violence revolutionnaire, Εκδόσεις Sciences-Ρο, Παρίσι 2008.



kvergo@gmail.com



ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 19/12/2008

18 Δεκ 2008

Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΘΥΜΟΣ …

Ως επαγγελματίας ψυχικής υγείας, δουλεύοντας με ανθρώπους και οικογένειες, και έχοντας ως σημαντικότερο υλικό υποστήριξης τα συναισθήματα, που διαμορφώνουν συμπεριφορές, σχέσεις και πρότυπα επικοινωνίας, προσεγγίζω το εξεγερσιακό γεγονός των τελευταίων ημερών, κάπως έτσι:

Ο θυμός, είναι ένα πρωτογενές συναίσθημα, τις περισσότερες φορές ένα ενστικτώδες αντανακλαστικό, που σκεπάζει βαθύτερα συναισθήματα. Κάτω από αυτό, κρύβεται, πόνος, θλίψη, απογοήτευση, αγωνία. Επιπλέον, το σύμπτωμα στο μέλος μιας οικογένειας – από κατάθλιψη, παραβατική συμπεριφορά, έως τοξικομανία ή ότι άλλο- υποδηλώνει, αφενός την παθογένεια του συστήματος, την δυσλειτουργία του, την εμπλοκή ή την παρακμή των προτύπων επικοινωνίας και αφετέρου μια τραγική έκκληση για αλλαγή των δεδομένων. Είναι μια απελπισμένη, ασαφής, ενίοτε αυτοκαταστροφική επισήμανση, πως το πρόβλημα δεν είναι προσωπικό, αλλά συστημικό, αλληλεξαρτώμενο από τα μέρη του συνόλου.
Υπό την οπτική αυτή, ο φορέας του «τραύματος», του συμπτώματος, είναι μια «υγιής» φιγούρα, μέσα σε ένα οικογενειακό σύστημα που πρέπει να αλλάξει, αλλά η ομοιόστασή του, ακινητοποιεί τα υπόλοιπα μέλη που εμποδίζουν την αλλαγή.
Στην προσομοίωση που επιχειρώ, σε σχέση με τις αναλογίες για τον θυμό της νεολαίας - είναι άραγε μόνο αυτή; – το κοινωνικό σύμπτωμα της εξέγερσης και την ευθύνη όλων μας για την συντήρηση και παρακμή του συστήματος, αρωγός μου ο μέγας Μάνος Χατζιδάκις : « …την ίδια ώρα η πολιτεία αγανακτεί, διότι υπάρχουν μερικά ζωντανά της κύτταρα που αντιδρούν άτεχνα, ανοργάνωτα, ίσως με αφέλεια, σ΄όλην αυτή την οργανωμένη κρατική ασχήμια, αντί να βλογάμε τον Θεό που βρίσκονται ακόμη μερικοί που δεν συνήθισαν στην «παρουσία του τέρατος», έστω, κι αν είναι ολίγοι, διακόσιοι, χίλιοι, εκατό, που προσπαθούν να ζήσουν, τουλάχιστον εκείνοι μόνοι, έτσι όπως τα ορίζει η φύση τους και όχι η κερδισμένη δια παγκοσμίου πολέμου επίσημη δουλεία. …» ή «…την αστυνομία, σπλάχνο εκ των σπλάχνων μας, να εκπροσωπεί ό,τι χολεριασμένο κι άρρωστο κρύβει βαθιά του ο άνθρωπος για να προστατέψει μ΄έναν ακάθαρτο μανδύα τις έννοιες έθνος, πατρίδα, σπίτι, εκκλησία, κράτος και οικογένεια.” ( Ιούνιος 1985, περιοδικό Τέταρτο).

Ακόμα, πιο συγκεκριμένα, στο κοινωνικό (οικογενειακό) σύστημα, το σύμπτωμα της εμπλοκής ορίζεται και από την αλλαγή ρόλων και προτύπων επικοινωνίας. Ο εξεγερμένος νέος, γίνεται ένα γονιός στην θέση του γονιού του, ένας «κοινωνικός υπερ-γονιός» (θέση πονεμένη και θλιβερή), που πέρα από την φωτιά στην βιτρίνα, πυρπολεί και τις βολεμένες συνειδήσεις μας, που ψάχνουν πολιτικές αναλύσεις, ηθικές ιαχές, καταδίκη της βίας και θεοποίηση της πορείας, συμβουλές για συγκεκριμένα αιτήματα, ή φτηνούς ακαδημαϊσμούς πλιατσικολογίας.
Είναι δυσλειτουργία το παιδί, να γίνεται γονιός, είναι αβάστακτο και άδικο.
Είναι όμως και μια εναγώνια έκκληση και απειλή : αφού εσείς, είτε έχετε αφεθεί στην πλαδαρή καταναλωτική ζωή σας και το χρήμα, είτε υπομένετε την ανεργία σας, την κοινωνική αδικία, την φτώχια, την καταστολή και το ξεπούλημα, τότε υπάρχουν οι δικές μας πράξεις. Και, τουλάχιστον, όσοι από εμάς έχουμε παιδιά, μας ζητούν να πάρουμε τις ευθύνες μας και να ριζοσπαστικοποιήσουμε την καθημερινότητά μας, για να αλλάξουμε τους όρους συμβίωσης μαζί τους. Διαφορετικά, θα αναλωνόμαστε , από το αν πρέπει να καταδικάσουμε ή να επικροτήσουμε τις …φωτιές. Το «κοινωνικό σύμπτωμα» (όπως και το οικογενειακό τραύμα) δεν είναι δίκαιο ή άδικο, μπορεί να είναι μόνο επιφανειακό ή βαθύ, ελαφρύ ή βαρύ, αλλά σίγουρα πονεμένο.

Είναι τέχνη, τελικά, να είσαι γονιός

Του ΔΙΟΝΥΣΗ ΤΣΑΚΝΗ


Δεν υπάρχει τίποτα που να μην έχει λεχθεί. Από τις πιο ακραίες συναισθηματικές προσεγγίσεις, μέχρι τις πιο προχωρημένες (νηφάλιες ή μη) πολιτικές αναλύσεις. Η κρατική βία στο στόχαστρο, η κοινωνία υπό έλεγχο για τη μάλλον ουδέτερη στάση της και η νεολαία στο μικροσκόπιο δημοσιογράφων και «ειδικών».

Από 9 χρόνων έως 24 είναι τα 4 παιδιά μου και πάντα θεωρούσα πολιτικό καθήκον να είμαι δίπλα τους. Είναι επαναστατικό να παραδίδεις σε μια κοινωνία βουτηγμένη ώς τον λαιμό στην αναλγησία χρήσιμους ανθρώπους.

Αυτό που κατάλαβα είναι πως αν κάτι σε εξυψώνει ή σε καταβαραθρώνει στα μάτια των παιδιών σου είναι η συνέπεια ή μη λόγων και έργων. Ενοχικά ή όχι και προκειμένου να πάρεις μια απόφαση, πρέπει πάντα να τη διυλίζεις μέσα απ' τα μάτια τους και μια πιθανή αρνητική τους κρίση. Είναι τέχνη, τελικά, να είσαι γονιός.

Οσοι έπεσαν απ' τα σύννεφα, μετά τις τελευταίες κινητοποιήσεις τους, ας είναι έτοιμοι και για μια πτώση απ' το... Διάστημα γι' αυτά που πρόκειται να ακολουθήσουν.

Οχι, δεν πρόκειται απλώς και μόνο για ένα συσσωρευμένο θυμό γι' αυτά που βλέπουν να διαδραματίζονται μπροστά στα μάτια τους ή για τον φρικαλέο φόνο του συμμαθητή τους, είναι για το μέλλον που τους ετοιμάσαμε, αβέβαιο και σκοτεινό, που αρνούνται μ' αυτό τον εκρηκτικό τρόπο.

Συναισθηματικά φορτισμένη και επιθετική η επιστολή που μας απηύθυναν. Ας τη διαβάσουμε προσεκτικά. Ας δούμε πίσω από τις λέξεις, τους χαρακτηρισμούς και τον θυμό τους, τι ζητάνε από μας και τι τους έχουμε στερήσει. Και σίγουρα σ' αυτά που τους στερήσαμε δεν συγκαταλέγεται το κινητό τελευταίας τεχνολογίας ή το πιο ακριβό ρούχο της τάξης. Είναι η κατανόηση που τους λείπει κι ένας διάλογος που συνέχεια αναβάλλεται, γιατί... «έχω δουλειά τώρα, χρυσό μου».

Κι αυτή είναι η μία πλευρά του θέματος, η ατομική, η αυστηρώς οικογενειακή -πώς να το πω. Γιατί υπάρχει και η άλλη, η πλέον σοβαρή, η πλέον ουσιαστική, που δεν μπορεί παρά να περιστρέφεται γύρω από την πολιτική μας στάση και τη διαπαιδαγώγησή τους.

Πόσοι από μας πήραμε τα παιδιά μας σε μια διαδήλωση, πόσοι τους εξηγήσαμε για το θέατρο του παραλόγου που διαδραματίζεται μπροστά στα μάτια τους, πόσοι τους δείξαμε και μια διαφορετική διέξοδο πέρα από τον μοναδικό τάχα και κυρίαρχο στόχο της εισαγωγής σ' ένα πανεπιστήμιο.

... Αυτή η επιστολή που τόσο πρόθυμα φιλοξενήθηκε σε εφημερίδες και τα υπόλοιπα Μέσα, αλλά και τόσο εντέχνως αποσιωπήθηκαν οι παραλήπτες της. Κι αυτοί, δεν είναι οι μεροκαματιάρηδες γονείς, οι άνεργοι του Περάματος ή όπου ελληνικής Γης, δεν είναι οι άνθρωποι του μόχθου και της αγωνίας για τον επιούσιο. Οι παραλήπτες της επιστολής είναι οι χορτασμένοι, η περιβόητη μεσαία τάξη, που το μόνο ίσως που προσδοκά είναι να αυξήσει το εισόδημα χάριν μιας αόριστης ευδαιμονίας και διασφάλισης τάχα του μέλλοντος των παιδιών.

Αυτό το μοντέλο του ανθρώπου είναι που αρνούνται τα παιδιά που διαμαρτύρονται. Αυτό το μοντέλο είναι που δεν θέλουν να υιοθετήσουν όταν αργότερα γίνουν γονείς, για τα παιδιά τους και μακάρι να το θυμούνται και να το πετύχουν. Αυτή την υποκριτική στάση στηλιτεύουν και καλά κάνουν που μας βγάζουν τη γλώσσα κατάμουτρα. Γιατί θα μπορούσαν άνετα και να μας φτύσουν.

Πατέρας εκ πεποιθήσεως

Υ.Γ.: Από σύνθημα σε τοίχο της Θεσσαλονίκης: «Το κράτος εξοστρακίζει σφαίρες και ο Κούγιας μαλακίες».




ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 18/12/2008

26 Οκτ 2008

ΠΟΥ ΝΑ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΚΡΥΜΜΕΝΟΣ Ο ΛΑΟΣ ;

Η μελέτη περιοδικών για …την «άμυνα και την διπλωματία», το αξιοθαύμαστο των τεχνολογικών εξοπλιστικών επιτευγμάτων, ή τις γεωστρατηγικές σκακιέρες του πλανήτη, ομολογώ ότι δεν ήταν από τα αγαπημένα μου. Η εμφατική αναφορά των θεμάτων αυτών, έφτανε στο σημείο της ενόχλησης καθώς μου θύμιζε τα επιτραπέζια παιγνίδια στρατηγικής, που οι κινήσεις και το πλαίσιο, κατισχύουν των μολυβένιων φιγούρων, που απ΄ότι νομίζω, αναπαριστούν συμβολικά… άτομα, ανθρώπους, λαό.
Η παραγόμενη επιχειρηματολογία έφτανε να αυτονομείται ως λόγος και έννοια και να μετατρέπεται σε αυτοσκοπό πολιτικής σημειολογίας.

Παρ’όλα αυτά, η θέση της Ελλάδας στα Βαλκάνια και οι προοπτικές μιας νέας ανεξάρτητης «ουτοπίας» για την ανατροπή των σοσιαλκαπιταλιστικών ολιγαρχιών, περνά και μέσα από την ανάλυση της αντιπαράθεσης των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
Με την υποχώρηση του αμερικάνικης κυριαρχίας, εμφανίζονται κενά και ρήγματα, που μπορεί δυνάμει να οδηγήσουν είτε σε νέους ολοκληρωτισμούς είτε σε νέα κοινωνικά σχήματα.
Είναι δεδομένο, όμως, ότι η πορεία αυτή θα περάσει μέσα από την όξυνση και την αντιπαράθεση των δύο «αυτοκρατοριών» - των παρηκμασμένων Η.Π.Α και της ανερχόμενης Ρωσίας. Το πρόσφατο γεγονός, όπου οι δύο βασικές δυνάμεις της G8
αρπάχτηκαν μεταξύ τους, διαμόρφωσε ένα σκηνικό πίεσης, ώστε να ενταχθούν ενδιάμεσες και περιφερειακές δυνάμεις, στις υπό διαμόρφωση συμμαχίες.
Παράλληλα, η αλλαγή συσχετισμών και ρόλων στο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, ανοίγει τον δρόμο για έναν πολυπολικό κόσμο, καθώς νέες δυνάμεις έρχονται στο προσκήνιο. Συχνά, όμως, ξεχνάμε, ότι οι δυνάμεις αυτές δεν είναι υπερβατικά μορφώματα, αλλά αποτελούνται από ανθρώπους, που αν και δημιουργοί της ιστορίας και της παραγωγής, βρίσκονται στο περιθώριο των εξελίξεων, όσο λείπουν οι κοινωνικές δυνάμεις αυτονομίας και ελέγχου της εξουσίας.

Σε έναν νέο πολυπολικό κόσμο, ο πόλος που μένει να ενισχυθεί είναι αυτός των κοινωνικών κινημάτων, των πολιτών, του λαού που κάνει πολιτική.
Μπορεί να συμπεριλάβει ένα ευρύ μέγεθος κοινωνικώνπολιτικών μορφωμάτων αλλά και οικονομικών προτάσεων, που ισχυροποιεί ένοπλα ή μη, επαναστατικά μέτωπα και οργανώσεις σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, πολυποίκιλα διεθνή κινήματα αντι- νεοταξικής αντίστασης, φιλολαϊκές κυβερνήσεις (π.χ Λατινική Αμερική) ή λαϊκά ρεύματα που μπορούν να ανατρέψουν αντιδραστικά καθεστώτα (π.χ Νεπάλ), καθώς και νέους τόπους ριζοσπαστικής οικολογίας και αυτοοργάνωσης.

Αυτός ο πόλος, είναι μισοκρυμμένος, αλλά υπαρκτός. Η ουσιαστική ενδυνάμωσή του αποτελεί αναγκαία συνθήκη, ώστε να μπορεί να διαχειριστεί την ανεξαρτησία των χωρών και της πατρίδας μας, από τις κυριαρχικές αυτοκρατορικές παρατάξεις, εκμεταλλευόμενος τις ενδοιμπεριαλιστικές αντιπαραθέσεις, προς όφελος των κοινωνικών δυνάμεων. Χωρίς την διαμόρφωση των όρων αυτών, η συγκυριακή ή για λόγους τακτικούς υποστήριξη ενός από τους αντιμαχόμενους ιμπεριαλιστικούς πόλους δεν μπορεί να φέρει σταθερά αποτελέσματα.
Αντίθετα, μπορεί να ενδυναμώσει αυταπάτες και ιδεολογικούς μηχανισμούς στήριξης, κατά περίπτωση του ενός ή του άλλου γεωπολιτικού επικυρίαρχου, διαμορφώνοντας κατ’επίφαση «προοδευτικά» χαρακτηριστικά τους, προκειμένου να διευκολύνει την υποστήριξής τους. Παράλληλα, μπορεί να οδηγήσει και σε έμμεση υποστήριξη αντιλαϊκών κυβερνήσεων στο εσωτερικό της κάθε χώρας στα πλαίσια μιας …ρεαλιστικής πολιτικής.(σημειώνω, ότι η real politic οπτική, ενισχύθηκε ταυτόχρονα με την νεόκοπη political correct σημειολογία).
Ήδη στην χώρα μας, πολλές αποχρώσεις της Αριστεράς, είτε υιοθετούν ρόλο «βαθμολογητή» του Καραμανλή ( και κατ’επέκταση έμμεσου υποστηρικτή του), όσον αφορά την σοβαρότητα, τις κινήσεις ή τον ρεαλισμό και την «μετρημένη» στάση που επέδειξε, προδομένος όμως, ο καημένος, από τους διεφθαρμένους υπουργούς του, είτε αυτοπροσδιορίζονται αποκλειστικά σε αντιπαράθεση με την κυβέρνηση, αγνοώντας τις θέσεις, τα οράματα και την προσέγγιση με τον λαό.

Μια «κοινωνική διέξοδος» από την υπάρχουσα διεθνή συγκυρία, θα σήμαινε δυναμική πρωτοβουλία από τα «πιόνια», στις σκακιέρες των στρατηγών. Ίδωμεν!.

2 Ιουλ 2008

ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ «ΛΑΔΩΝΟΝΤΑΙ», Σ’ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ «ΛΑΔΩΝΟΥΝ»

Αρχές δεκαετίας ’80: Σκηνή 1η : «Τώρα όλοι αυτοί, είναι από τα μπουζούκια μεθυσμένοι…όλη η αλητεία της Αθήνας…πουτάνες, μαχαιροβγάλτες, εφοπλιστές!!...Ο κόσμος πεινάει κι αυτοί την βρίσκουν...»
(Από την ταινία του Π. Τάσιου «Παραγγελιά», όπου ο θυμόσοφος ταξιτζής, ορίζει το «παραβατικό περιθώριο» στον αδερφό του Ν. Κοεμτζή, Δημοσθένη).

Ελλάδα 2008 : Σκηνή 2η : Φράσεις από την πόλη : «Καλά τους τά’πε ο Βγενόπουλος στην Βουλή, σούζα τους είχε τους πολιτικούς», «Είστε υπηρέτες μου τους είπε, αυτός τουλάχιστον παράγει – πολύ το φχαριστήθηκα», «Αν δεν ήμουν… Ολυμπιακός και έβαζε βουλευτής θα τον ψήφιζα», Ν. Κακλαμάνης : «Μπορείς να γίνεις ο Μπερλουσκόνι της Ελλάδας», Αυριανή: « Μπράβο στον Βγενόπουλο, τα΄βαλε με τους διεφθαρμένους πολιτικούς και συνδικαλιστές»

Δυο διαφορετικές στιγμές, σε ενδεικτικές φάσεις του πολιτικού και κοινωνικού γίγνεσθαι. Η μετάλλαξη της αξίας και της απαξίας. Η μετεξέλιξη των ιδεολογικών και φαντασιακά καθορισμένων προτύπων και πεποιθήσεων.
Στην 1η Σκηνή (πέρα από την ένσταση αν οι πουτάνες αποτελούν εγκληματίες ή θύτες εντός του συστήματος), η …σουρεαλιστική φράση του ταξιτζή, αντιπροσώπευε σε μέγιστο βαθμό τις αντιλήψεις και τους αγωνιστικούς προσανατολισμούς των πληβειακών στρωμάτων του κόσμου, αλλά και των «πρωτοποριών» του.
Πέρα από τον «θαυμασμό» για τους «αυτοδημιούργητους καραβοκύρηδες Ωνάσηδες», στο βάθος της νόησης, κυριαρχούσε η παρασιτική-τυχοδιωκτική κληρονομιά του εφοπλιστικού κεφαλαίου, η αεριτζίδική μεταπρατική του ιδεολογία, η υπηρετική σύνδεση του με τον ξένο παράγοντα και το εθνικό ξεπούλημα, η χρηματιστική κυριαρχία του στην οικονομία. Και πιο απλά, ο μέσος λαϊκός άνθρωπος, μίλαγε για τους χθεσινούς μαυραγορίτες της Κατοχής, για τα σαπιοκάραβα του πολέμου που αγοράστηκαν κοψοχρονιά, για τις αποζημιώσεις των ασφαλιστικών στους σκυλοπνίχτες, για τους ναυτικούς που θαλασσόδερναν στα υποψήφια φέρετρά τους, κλπ.

Στην Ελλάδα του 2008, σίγουρα δεν έχει αλλάξει ο ρόλος του εφοπλιστικού-χρηματιστικού κεφαλαίου, οπωσδήποτε όμως αμβλύνθηκαν και μεταλλάχτηκαν οι οπτικές του λαού. Φαινόμενο άμεσα συνδεδεμένο με την απαξίωση και την διαφθορά της πολιτικής από τους ίδιους τους πολιτικούς. Η «Ιταλοποίηση» της πολιτικής και κοινωνικής ζωής μοιάζει εξυγίανση για τον απλό πολίτη, που έχασε το κοινωνικό τους όραμα και είδε με τις μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις να «κοινωνικοποιείται» η παρακμή και τα σκάνδαλα. Οι εξωνημένοι πολιτικοί κατάφεραν αφ’ενός να φέρουν στην φανερή πια εξουσία τον οικονομικό παράγοντα που «φέρνει το χρήμα» και άρα πρέπει να «γ….και να δέρνει» και αφετέρου, πιθανά, σε λίγα χρόνια, να θωρούνται νοσταλγικά και να απενοχοποιούνται πολιτικά, οι παραδοσιακοί αστοί πολιτικοί ή τα εξουσιαστικά-αντιπροσωπευτικά κόμματα.
Παράλληλα, η οικονομική δυσπραγία και απελπισία των μέσων και φτωχότερων στρωμάτων οδηγεί και στην επίκληση, όχι πια πολιτικών αλλά «οικονομικών σωτήρων». Προσέγγιση που στρέφει πια την νοοτροπία του ρουσφετιού, όχι στους θεσμούς που «λαδώνονται», αλλά σ’αυτούς που έχουν ισχύ να «αγοράσουν» τους θεσμούς – άσε που είναι και φίλαθλοι και θα σώσουν και την Ομάδας μας.


Όσο οι πολιτικοί είναι όντως υπηρέτες του νεοκαπιταλισμού, όσο η Δικαιοσύνη μετατρέπεται σε οργανικό τμήμα της πολιτικής εξουσίας, όσο οι αλλοτινές «πρωτοπορίες» ξεπουλιούνται στις ευρωπαϊκές χορηγίες των Κοινοτικών Πακέτων και τα Συνδικάτα μασκαρεύονται σε «πελατειακό αγωνιστή» των κυβερνήσεων, τόσο η έξοδος από την κρίση του πολιτικού συστήματος θα έχει την φάτσα επίδοξων Μπερλουσκόνι.
Η εναλλακτική διέξοδος, μένει να μορφοποιήσει έναν νέο πολιτικό ανταγωνισμό, λαμβάνοντας υπόψην αντισυστημικές κεντρικές αντιπαραθέσεις. Το νέο πολιτικό υποκείμενο είναι σημαντικό να ενισχύει την συμμετοχική διεργασία των πολιτών στις αποφάσεις, να απονευρώνει την επαγγελματοποίηση της πολιτικής και να επαναστατικοποιεί την πολιτική πάλη και στα νέα πολιτικά πεδία αναφοράς ( τοπικό – περιφερειακό - εθνικό – οικουμενικό ). Πρόκληση και στοίχημα που έχει να αντιμετωπίσει, είναι να αξιοποιήσει την πολιτική σήψη και απάθεια, ως «σύμπτωμα» που μπορεί να φέρει παραγωγή νέων συλλογικοτήτων και κινημάτων.
Ως «σύμπτωμα» του πολιτικού οικοσυστήματος, που οδηγεί στην αλλαγή και όχι στην ομοιόσταση.

6 Ιουν 2008

ΟΙ ΜΠΙΖΝΕΣ ΤΗΣ… ΕΘΝΙΚΗΣ «ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ»

Τα τελευταία 170 χρόνια, το πολιτικοοικονομικό πλαίσιο της Ελλάδας καθορίζεται από μια στρεβλή και νόθα οικονομική διάρθρωση. Συνολικό αποτέλεσμα της εξαρτημένης ιστορικής εξέλιξης κάτω από την κυριαρχία αστοτσιφλικάδων, αρχικά, και μεταπρατικών κεφαλαιοκρατικών σχέσεων, στην συνέχεια. Κοινός παράγοντας, η εξάρτηση από το ξένο κεφάλαιο και τις ιμπεριαλιστικές –κάθε απόχρωσης – δυνάμεις.

Η κυριαρχική παγκοσμιοποίηση, έφερε στο προσκήνιο τον ζωτικό παράγοντα της εθνικής ανεξαρτησίας και κυριαρχίας. Οι εθνικισμοί που περιζώνουν την χώρα, την τελευταία 15ετία, έδωσαν την πίεση για προάσπιση των εθνικών συμφερόντων. Το ΒΕΤΟ στα Σκόπια, αδήριτη ανάγκη για έναν λαό που θέλει να έχει αντιιμπεριαλιστικά -πατριωτικά -αντανακλαστικά, σε συνθήκες ολιγοπωλιακού καπιταλισμού, μετατρέπεται και σε ισχυρό επιχείρημα για την πολιτική ολιγαρχία, προκειμένου να αθωωθεί η εσωτερική πολιτική της. Ο προβολέας της σκηνής, στράφηκε επιδέξια στον Καραμανλή, που «μας έκανε εθνικά υπερήφανους». Η κουίντα, όμως, έχει υποβολείς, οικονομικές συμφωνίες και μπόλικη ανταλλαγή.

Στο εσωτερικό, η επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και του ξεπουλήματος ζωτικών εθνικών πόρων (πατρίδα είναι και αυτά!), συνοδεύεται με την έγκριση ενός τεράστιου εξοπλιστικού προγράμματος. Δεκατέσσερα δισεκατομμύρια ευρώ θα δαπανηθούν τα επόμενα χρόνια για «αγορές του αιώνα». Έχουν παραγγελθεί 419 τεθωρακισμένα οχήματα από τη Ρωσία με κόστος είναι 1,2 δισεκατομμύρια δολάρια. Η Γερμανική κυβέρνηση προωθεί το «Γιουροφάϊτερ» στην πολυεθνική αγορά όπλων, ενώ οι Η.Π.Α λανσάρουν F-16 τελευταίας τεχνολογίας και το υπερσύγχρονο JSF. Το κόστος, μαζί με τον εκσυγχρονισμό των F-16 block 30 και 50 όπως και των Mirage 2000 που ήδη έχουν αγορασθεί, θα φτάσει τα 8,5 δισεκατομμύρια ευρώ.

Στον αέρα, η αγορά 20 μεταφορικών ελικοπτέρων, με κόστος 1.200.000.000 ευρώ, ας ελπίσουμε να μην σχετίζεται με την πρόσφατη πίεση των Αμερικάνων προς τους συμμάχους, να καλύψουν την έλλειψη υποστήριξης των «ευέλικτων» μονάδων, που χρειάζονται επεμβάσεις στα Βαλκάνια ή στο Αφγανιστάν.

Την στιγμή που η «διεθνής συμμαχία», στοχεύει στον αφοπλισμό της Αντίστασης σε ΗΠΑ και Ισραήλ, προγραμματίζεται η κατασκευή 6 νέων φρεγατών (κόστους 2,2 δισεκατομμυρίων ευρώ), υπερσύγχρονα εξοπλισμένων για μάκρυνες αποστολές. (Ενδιαφερόμενοι προμηθευτές, η Ολλανδία, η Αμερική, η Γερμανία και η Γαλλία, του… φίλου μας Σαρκοζί). Εντελώς τυχαία, δυο τέτοιες ελληνικές φρεγάτες περιπολούν η μία στον Περσικό Κόλπο και η άλλη στα ανοιχτά της Βηρυτού, όπου η φιλοαμερικανική κυβέρνηση Σινιόρα, πρωτοστατεί στην καταστολή της αντίστασης.

Στο ενεργειακό αλισβερίσι, η γεωπολιτική προσέγγιση του Πούτιν, αντισταθμίζει την μονομερή ιμπεριαλιστική εξάρτηση από τις Η.Π.Α, με την παράμετρο της μονοπωλιακής εξάρτησης– όσον αφορά το φυσικό αέριο – από μια χώρα. («η Ελλάδα στο τέλος του 2015 θα καταναλώνει 7 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, το 80% του οποίου θα προέρχεται από τη Ρωσία», όπως ανέφερε ο Καραμανλής). Παράλληλα, συνοδεύεται με τα κέρδη που θα καρπωθούν ενεργειακοί, κατασκευαστικοί και ναυτιλιακοί όμιλοι, με προεξέχοντες αυτές των Λάτση και Κοπελούζου (να θυμίζουμε ότι η ιδέα του αγωγού ανακινήθηκε από τον Λάτση – το 1993- και υιοθετήθηκε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη).
Δυο αγωγοί συνδέουν ήδη την χώρα μας, μέσα από την Βουλγαρία, με το φυσικό αέριο της Ρωσίας. Ο ένας ανήκει στην ΔΕΠΑ (Δημόσια Επιχείρηση Αερίου)- που η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει την ιδιωτικοποίησή της. Ο άλλος στην Προμηθέας Γκάζ -μια κοινοπραξία ανάμεσα στον Όμιλο Κοπελούζου και την ρωσική Gazprom.
Ένας τρίτος αγωγός, που κατασκευάζεται αυτή την στιγμή, θα μεταφέρει αέριο από το Αζερμπαϊτζάν στην Ελλάδα μέσα από την Τουρκία. Το ελληνικό τμήμα θα ανήκει στην ΔΕΠΑ και κατασκευάζεται από τον Όμιλο Κοπελούζου.

Η εξάρτηση από το ξένο παράγοντα που η σοσιαλκαπιταλιστικές άρχουσες τάξεις παρουσίαζαν ως «συμμαχική αρωγή» και ως «στρατηγικούς εταίρους», συνεχίζεται από την τωρινή κυβέρνηση, στα χνάρια που ξεκίνησε ο «εκσυγχρονισμός» του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
Οι αποκαλύψεις για τις μίζες της Siemens (ξεκινούν από το 1997), διαλύουν κάθε αυταπάτη γύρω από τις συναλλαγές των κυβερνήσεων και των επιχειρηματικών τους κολαούζων.
Το ξεπούλημα ζωτικών εθνικών κεφαλαίων είναι προφανές ότι θα συνεχιστεί με τον Ο.Τ.Ε, την Δ.Ε.Η, τα λιμάνια και γενικότερα με οτιδήποτε μπορεί να ιδιωτικοποιηθεί σε γηγενή και ξένα συμφέροντα.
Ένα εναλλακτικό πατριωτικό κίνημα, δεν μπορεί να μην λαμβάνει υπόψην, όλες αυτές τις παραμέτρους. Το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα, εκτός αν οι έλληνες κεφαλαιοκράτες, αμνηστεύονται επειδή γεννήθηκαν σ’αυτό τον τόπο. Παράλληλα, η σύνδεση εθνικού και κοινωνικού, είναι ανάγκη να μπορεί να διαχωρίζει τις όποιες συναισθηματικά φορτισμένες παραμέτρους. Διαφορετικά, ένα εθνικό θέμα αξιοπρέπειας και ανεξαρτησίας-όπως το Σκοπιανό – θα καταστεί γραφικό, όταν όλη η υπόλοιπη χώρα είναι «προς πώληση».

24 Απρ 2008

ΝΤΟΠΑΡΙΣΜΕΝΟ ΠΝΕΥΜΑ ΑΘΑΝΑΤΟ!!!

Τελικά, το αθλητικό μεταφυσικό φαινόμενο εξηγείται χρόνο με τον χρόνο. Το πνεύμα του «διεθνούς ολυμπιακού ιδεώδους», των πολυεθνικών οικονομικών συμφερόντων και της πολιτικής, στηρίζει την …αθανασία του σε θαυματουργά σκευάσματα.
Το ανταγωνιστικό μοντέλο της Δύσης, η αποθέωση της πρωτιάς και του ρεκόρ, η αθλητική χρησιμοθηρική εκμετάλλευση των ανθρώπων, καθρεπτίζεται, απόλυτα, στους κάθε λογής αγώνες της φαρμακοδιέγερσης.
Πριν ακόμα στεγνώσουν τα ούρα του Κεντέρη και της Θάνου – μιας υπόθεσης που κανείς δεν κατάλαβε πως έκλεισε και που πολλοί συμπατριώτες μας ακόμα πιστεύουν ότι τους έβαλαν στο μάτι οι Αμερικανοί και τελικά τους «έφαγαν» επειδή τους ζήλευαν– ήρθε το σκάνδαλο με τους υπερ-άνθρωπους «αθλητές» της Άρσης Βαρών. Ευτυχώς, που ανακαλύπτονται τέτοιες πτυχές του φαινομένου και στην Ελλάδα και έτσι απομυθοποιείται ένας κακώς εννοούμενος «πατριωτισμός» που αποκρυσταλλώνεται σε κορώνες φυλετικής ανωτερότητας του Έλληνα αθλητή. Άλλωστε, το 2004, η δήλωση αθλήτριας που 1-2 χρόνια πριν το ρεκόρ της, έκανε προπόνηση στην …δημοσιογραφία ήταν απόλυτη, καθώς μας ενημέρωνε ότι «είναι στο DNA των Ελλήνων να νικάνε πάντα. Η νίκη υπάρχει στα κύτταρα μας».
Σε τέτοιες περιπτώσεις, η επόμενη εικόνα είναι η συνηθισμένη, τα τελευταία χρόνια «πτώση από τα σύννεφα» των κάθε είδους επωνύμων πολιτικών και οικονομικοκοινωνικών παραγόντων του τόπου, οι οποίοι - αλαζόνες και υποκριτές – σφίγγουν το χέρι των Τιτάνων αθλητών και των γκουρού προπονητών, μέχρι την ώρα που κάτι ανακαλύπτεται για το οποίο δεν γνώριζαν τίποτα.
Η ουσία του ντόπινγκ, δεν μπορεί να αποτελεί μεμονωμένο γεγονός. Στηρίζει και στηρίζεται στο φαντασιακό δυναμικό του τρόπου σκέψης και ανάπτυξης των «ανεπτυγμένων» κοινωνιών. Διαπνέεται από την πεποίθηση της απόκτηση του στόχου με κάθε μέσον, από τον ανταγωνισμό μέχρις εσχάτων, από την ανάπτυξη της φαρμακοβιομηχανίας, από την θεοποίηση της του εμπορεύματος και των «ειδικών». Στον αθλητισμό, πλασάρεται το υποδόριο και αλαζονικό ευφυολόγημα : έντιμος ερασιτεχνισμός ή αμφίβολης αξιοπιστίας πρωταθλητισμός, αλλά με εθνικές πρωτιές και κέρδη?. Διαλέχτε!!!. Η χρηματιστηριακή λαίμαργη νοοτροπία του «φάτε τα όλα», θέτει την ιδεολογική στέγη των σκανδάλων και του πάσης φύσεως «οικονομικού ντόπινγκ» της μεταπρατικής οικονομίας μας.
Δεν είναι άλλωστε παράξενο, που στην χώρα μας, υφυπουργός Αθλητισμού, είναι ο Γιάννης Ιωαννίδης, ο «υπερ-προπονητής» των προηγούμενων ετών, που ωρυόταν, πέταγε σακάκια, χαστούκιζε παίκτες του, ειρωνευόταν, προκειμένου να «πατήσει» τον αντίπαλο. Ήταν, άλλωστε, φανατικός οπαδός, του… Αμερικάνικου σλόγκαν : « Ο πρώτος είναι πρώτος, ο δεύτερος είναι τίποτα» .

4 Ιαν 2008

ΜΙΑ… «ΑΛΛΗ» ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΜΝΗΜΗ, ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΗ ΜΝΗΜΗ

• Η μνήμη όπου και να την αγγίξεις πονεί. Γιώργος Σεφέρης
• Βίγλα αψηλή στα φρένα μας η μνήμη. Νίκος Καζαντζάκης
• Η μνήμη είναι περίπλοκο πράγμα, συγγενής της αλήθειας, αλλά όχι δίδυμός της. Μπάρμπαρα Κινγκσόλβερ, συγγραφέας.
Πολύς λόγος έγινε και διαρκώς γίνεται, για το ενίοτε «εύπλαστο ή εκρηκτικό υλικό» που ονομάζεται μνήμη. Με αφορμή, εξάλλου και τους διαλόγους ή τους αφορισμούς που δημιούργησε το βιβλίο Ιστορίας της Στ’Δημοτικού, το υπαρξιακό φορτίο της λέξης, απελευθέρωσε την ένταση που κρύβει αυτή η ανθρώπινη λειτουργία.

Δύσκολη λέξη. Ο καθένας μπορεί να την επικαλεστεί, αισθανόμενος πως έχει δίκιο. Και βέβαια, ποικίλει και το εννοιολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο η μνήμη ανακαλείται, καθορίζεται ή βοηθάει το παρόν και προωθεί το μέλλον μας.
Άλλωστε η ύπαρξη ή όχι αντικειμενικής ιστορικής αλήθειας και μνήμης, αποτελεί για αιώνες αντικείμενο φιλοσοφικής μελέτης και διαμάχης.

Αισθάνομαι, ότι οι τρείς παραπάνω φράσεις, είναι ο καλύτερος πρόλογος για το παρόν άρθρο. Η μνήμη σίγουρα πονεί. Η… ίδια καθώς είναι ευάλωτη σε κάθε είδους ερμηνείες ή παραβιάσεις. Αλλά, πονά και μας. Μας αγγίζει συναισθηματικά, θα΄λεγα καλύτερα, είτε για χαρά είναι, είτε για λύπη. Αγαπάμε τις αναμνήσεις μας, το προσωπικό ή συλλογικό μας ημερολόγιο προσώπων, στιγμών και βιωμάτων.
Είναι όμως και φρουρός ψηλός και ακοίμητος στην λογική μας, στην πνευματική και συναισθηματική μας ισορροπία. Είναι το μέτρο της ανθρώπινης ψυχής και του υπαρξιακού αγώνα μας.
Συγγενεύει με την αλήθεια, αλλά δεν είναι δίδυμός της. Το ανθρώπινο συναίσθημα, το βίωμα και η νόηση είναι προσωπικοί και μοναδικοί δρόμοι που μας οδηγούν κοντά της.
Η συναισθηματική νοηματοδότηση ενός «αντικειμενικού γεγονότος» δημιουργεί την συγγένεια με το γεγονός και την ξεχωριστή αλήθεια του. Έτσι ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου σε μια οικογένεια – γεγονός αντικειμενικό - αποτελεί χνάρι συλλογικής μνήμης στην κουλτούρα του οικογενειακού συστήματος, με διαφορετικές συναισθηματικές νοηματοδοτήσεις από τα μέλη του. Ένα μέλος της οικογένειας μπορεί να κατατρέχεται από την μνήμη του γεγονότος αυτού και ένα άλλο να το θεωρεί μνήμη συναισθηματικής απελευθέρωσης και εξέλιξης.

Στο πολιτικό-ιδεολογικό πεδίο τα φαινόμενα γίνονται πιο περίπλοκα. Σαφώς καθοριστικό ρόλο παίζει το ερώτημα : «ποια μνήμη και από ποιόν?». Ιδιαίτερα σε μια εποχή μεταβατική, με «στρογγυλεμένα» νοήματα και ιδεολογίες, η προσέγγιση της μνήμης και της πληροφορίας, αποτελεί ένα δύσκολο εγχείρημα. Το σίγουρο είναι πως η μνήμη είτε για το λαό είτε για τις κυριαρχικές ελίτ, αποτελεί απαραίτητο νόημα και μηχανισμό. Για τον πρώτο, αποτελεί τρόπο άμυνας ενάντια στην εξουσία, ενώ για τις δεύτερες αποτελεί μηχανισμό εξουσίας, είτε με την παραχάραξή της είτε με την αναπαραγωγή εκείνης της μνήμης που δεν έρχεται σε αντίθεση με την συντήρηση των κοινωνικών σχέσεων του νέο-φιλελευθερισμού. Επιλέγοντας, λοιπόν, να μνημονεύσω τον Μάο, που έλεγε: «για να ανατραπεί η πολιτική εξουσία είναι πάντοτε απαραίτητο – τόσο για τις επαναστατικές όσο και για τις αντεπαναστατικές τάξεις – να κατακτηθεί ο έλεγχος της υπερδομής, της ιδεολογίας και να προετοιμαστεί η κοινή γνώμη», ενισχύουμε την θεώρηση πως η σχέση με την μνήμη και την πληροφορία δεν μπορεί να είναι ουδέτερη, κοινή και καλή για όλες τις τάξεις.

Η ανθρώπινη επιλογή, αναδεικνύεται σημαντικός παράγοντας διαφοροποίησης. Επιλογή που επηρεάζεται από βιώματα, λογική επεξεργασία, αλλά και ταξικούς παράγοντες.
Δεν είναι τυχαίο, πώς το πρόσφατο «κατασκεύασμα» του βιβλίου της Ιστορίας, αποτέλεσε ένα ιδεολογικό όχημα τόσο αποσιώπησης πληροφορίας όσο και επιλεκτικής μνήμης. Και έθεσε με σαφή τρόπο τα νέα όρια της λογοκρισίας στην μετα-μοντέρνα εποχή. Μια λογοκρισία που «είναι δραστηριότητα, μια εργασία. Πρόκειται για την παραχάραξη της ιστορικής εμπειρίας, την παραγωγή υποκατάστατων αναμνήσεων, τη δόλια κωδικοποίηση….Η λογοκρισία είναι τελικά παραγωγή γνώσης» (Renato Curcio-Alberto Franceschini, «Σταγόνες ήλιου στην στοιχειωμένη πόλη», Ιταλία 1982). Είναι η παραγωγή μιας γνώσης της εξουσίας, που πήρε την θέση της παλιάς λογοκρισίας των διώξεων και των απαγορεύσεων, ώστε να «μην μαθευτούν» οι αγώνες και η αντίσταση των πληβειακών στρωμάτων της κοινωνίας.
Με την οπτική αυτή, η «συλλογική μνήμη» των σοσιαλκαπιταλιστικών ελίτ, επιδιώκει την μνήμη του υπάρχοντος μοντέλου παραγωγής και ανάπτυξης και όχι την υπέρβασή του. Από την μεγάλη δεξαμενή των αναμνήσεων, επιλέγει αυτές που δεν έρχονται σε αντίθεση με τις επιδιώξεις της. Μνημονεύει επιλεκτικά, ότι εκπαιδεύει τον πολίτη στην αναπαραγωγή της κεφαλαιοκρατικής Νέας Τάξης και του ισοπεδωτικού πολιτισμικού μοντέλου, που ευαγγελίζεται.

Παράλληλα, με την συγκεκριμένη μέθοδο κυριαρχίας, συνυπάρχει και η αέναη προσήλωση στο παρόν σαν μοναδική δυνατότητα μελλοντικής προοπτικής. Το γεγονός αυτό, σχετίζεται με την ευρύτερη δημαγωγική λειτουργία των Μ.Μ.Ε και της εικόνας. Παράγοντες που η εκάστοτε κυβέρνηση χρησιμοποιεί για να ανασκευάζει την μνήμη και να δημιουργεί συνθήκες αποδοχής και ανοχής σε κάθε παρανομία της. Το κράτος και τα Media, εργολαβικά, σφετερίζονται την μνήμη. Αγωνίζονται ενάντια σε κάθε γνήσιο ίχνος του πρόσφατου παρελθόντος, ελπίζοντας ότι η απουσία συγκρίσεων, θα επιβάλλει το σήμερα. Η ελιτίστικη και κυριαρχική δημοσιογραφία ουδέποτε υπήρξε τυφλή. Αντίθετα, ενίοτε αλληθώριζε ή ήταν μισότυφλη. Και για να μπορεί να διακρίνει καλύτερα, δανειζόταν πότε τα ματογυάλια της κρατικής ή κάθε εξουσίας, πότε την προστασία του κεφαλαίου και πότε τον παραμορφωτικό καθρέπτη της χειραγωγημένης «εκ των άνω» κοινής γνώμης.

Το θέαμα, η εικόνα, οι συναλλαγές των κυβερνήσεων με τις κυριαρχικές ελίτ, οι «μικρο-πολιτικάντηδες δημοσιογράφοι», οι «εκδιδόμενοι διανοούμενοι», δημιουργούν και αναπαράγουν ένα συνεχές παρόν, όπου η επανάληψη ευρηματικών ιδεολογικών «κατασκευών» στο σήμερα, εξαφανίζει κάθε μνήμη. Έτσι, ώστε κάθε γεγονός ή παρανομία, να μην μπορεί να γίνει κατανοητό μέσα από τις αιτίες και την ιστορία του. Σ’αυτές τις συνθήκες, οποιοδήποτε ψέμα μπορεί να γίνει πραγματικότητα, οποιαδήποτε αναφορά στο παρελθόν συκοφαντία. Επιπλέον, το παρελθόν και η δημόσια εικόνα προσώπων ή γεγονότων, μπορεί να ανασκευαστούν αλαζονικά και απροκάλυπτα και όποιες αλήθειες ή αποκαλύψεις έρχονται στην επιφάνεια, απονευρώνονται ή απαξιώνονται, με τις κατηγορίες της «παραπληροφόρησης», της συκοφαντίας ή της προσωπικής διαμάχης.

Η ανοχή, που δείχνει το κράτος και το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής κοινωνίας στην δυναμική αυτή, δεν είναι άσχετη με το κοινωνικοπολιτικό μοντέλο ανάπτυξής της. Δεν είναι άσχετο με την «κρίση μετάβασης» της ελληνικής κοινωνίας και την απαξίωση και εμπορευματοποίηση αρχών και αξιών. Επίσης, συνδέεται, στενά, με τις ευρύτερες λειτουργίες και ιδεολογικούς μηχανισμούς του κεφαλαιοκρατικού συστήματος, που προβάλλει την πολιτική και πολιτιστική ομοιογένεια, στοχεύοντας στην δημιουργία εύπλαστης και χειραγωγημένης «κοινωνίας πολιτών», χωρίς μνήμη.

Στα πλαίσια αυτά, η αντίληψη και μορφοποίηση ενός υποκειμένου ανταγωνιστικού και εναλλακτικού προς τον νέο-φιλελευθερισμό (δεξιό ή αριστερίζοντα), είναι παρούσα και ζητά την δική του …συγγένεια με μνήμες, τόσο του τόπου, όσο και της οικουμένης. Το ρεύμα αυτό είναι ωφέλιμο να βρίσκεται σε κίνηση, επιζητώντας από το παρελθόν βιώματα που χρησιμεύουν στα κοινωνικά υποκείμενα, που πλήττονται από το κεφαλαιοκρατικό σύστημα, ως οράματα αλλαγής και όχι μόνο ως άμυνα. Είναι φανερό πως το πρόταγμα είναι η σύνθεση και όχι η περιχαράκωση και η οπισθοδρόμηση.
Υπό το πρίσμα αυτό, η μνήμη αυτή, είναι σύνθετη και πολυεπίπεδη. Με ρήξεις και αντιθέσεις. Μνημονεύει για να μετασχηματίζει και όχι να συντηρεί. Είναι μια μνήμη, «πολιτική», κοινωνική, εθνική, ταξική, κ.ο.κ. που επιζητεί ένα συνθετικό όραμα και πράξη. Μπορεί να είναι μνήμη εθνικοαπελευθερωτική, μαρξιστική, , αναρχική, ελευθεριακή, κινηματική, αμεσοδημοκρατική, πρωτοποριακών ρευμάτων έκφρασης, κ.ο.κ. Δεν αγνοεί τις διαφορετικές πλευρές μορφωμάτων που προέκυψαν από αγώνες των λαών για ανεξαρτησία, εξισωτισμό και κοινωνική απελευθέρωση. Αποφεύγει τους αφορισμούς, την σιωπή, τις «κατασκευές».
Είναι η κοινωνική μνήμη που εμπεριέχει την αυτοδιοίκηση της αρχαίας άμεσης δημοκρατίας, αλλά και τα «Ελευθεριακά Αθήναια» των Ισπανών αναρχικών του ’36 και τις «αυτόνομες κοινότητες» του ελληνικού χώρου. Τους συνεταιρισμούς στα Αμπελάκια και τον Βελβεντό και τις ομοσπονδιακές κολεκτίβες. Μνημονεύει τον Σικελιανό, τον Σεφέρη, τον Κόντογλου και τον Αναγνωστάκη, αλλά και τους Ντανταιστές, την Ρώσικη Πρωτοπορία ή τον…Μπουνιουέλ. Ακούει παραδοσιακή μουσική των λαών, αλλά αφουγκράζεται και πρωτοποριακά μουσικά ρεύματα της κάθε εποχής. Εμπνέεται από το ΄21, τους Κρητικούς αγώνες για την ελευθερία, τον Ρήγα Φεραίο και τους Επτανήσιους Ριζοσπάστες, αλλά και από την Κομμούνα του Παρισιού και την Σοβιετική επανάσταση. Από την ανθρώπινη διάσταση του «ελληνικού χωριού και της γειτονιάς», μέχρι την Διεθνική ριζοσπαστική Οικολογία. Όχι μόνο από τους 300 Σπαρτιάτες, αλλά και από τους «αυτόνομους» Θεσπιείς, τον Βελουχιώτη, τον Ντουρούτι και τον Γκεβάρα. Ψάχνει νέους δρόμους για μια ολιστική απελευθερωτική διάσταση της επιστήμης και της ψυχολογίας, συναντώντας τον πνευματισμό του μοναχισμού της Ορθοδοξίας και την εναλλακτική «σοφία» των ανατολικών θρησκειών. Συνδέει τους κοινωνικούς αγώνες για ελευθεροτυπία και ατομικά δικαιώματα με την ανατρεπτική χρήση της τεχνολογίας και τις ήπιες μορφές ενέργειας. Οι αναφορές ανεξάντλητες, οι προκλήσεις για συνθέσεις και προχώρημα και όχι προγονοπληξία, άλλες τόσες.

Συγγένεια, σημαίνει δεσμός. Βίωμα και συναίσθημα. Δεσμός σημαίνει ταυτόχρονα, σχέση συντροφικότητας, αλλά και δεσμά. Η συγγένεια με την συγκεκριμένη κοινωνική μνήμη, περνά από τους ίδιους δρόμους. Ανάγκη για παράδειγμα και συνέχεια, αλλά απόσταση από την περιχαράκωση και τους αφορισμούς. Ανάγκη σχέσης – με ότι αυτό συνεπάγεται – με ένα «επαναστατικό» παρελθόν, με μια «μνήμη για το μέλλον».